Ο κλάδος της άσκησης σήμερα
Προσπαθώντας να μελετήσουμε το μέλλον στη βιομηχανία του fitness, είναι χρήσιμο να σταθούμε στα τελευταία στατιστικά που τη χαρακτηρίζουν. Ο κλάδος της άσκησης βιώνει τις σημαντικότερες στιγμές της ιστορίας του αφού είναι σε θέση να παρουσιάσει εντυπωσιακά νούμερα που σχετίζονται με το μέγεθος μιας πραγματικά πολύ δυναμικής βιομηχανίας που επιδεικνύει σημαντική προοπτική για εξέλιξη και καινοτομία (1). Αν μάλιστα εστιάσουμε στην Ευρωπαϊκή αγορά του fitness, θα διαπιστώσουμε ότι αυτή εξυπηρετεί σχεδόν 65 εκ. μέλη σε σχεδόν 64 χιλιάδες επιχειρήσεις γυμναστηρίων και με έναν ετήσιο τζίρο που ξεπερνάει τα 28 δις ευρώ (2). Τα δεδομένα αυτά αποτελούν ισχυρή ένδειξη ότι ο συγκεκριμένος κλάδος αποτελεί ίσως ένα πολύ ενδιαφέρον και ελκυστικό εργασιακό περιβάλλον προσφέροντας σημαντικές επαγγελματικές ευκαιρίες και γόνιμες επιχειρηματικές προτάσεις σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς (2). Αυτή η άποψη υποστηρίζεται επιπλέον από το γεγονός ότι ο αριθμός των μελών στις επιχειρήσεις γυμναστηρίων έχει αυξηθεί περισσότερο από 70% τα τελευταία 10 χρόνια στην Ευρώπη, ενώ σχεδόν το 10% των ενηλίκων της γηραιάς ηπείρου είναι χρήστες υπηρεσιών άσκησης. Όλα τα παραπάνω καθιστούν το fitness στην πρώτη θέση μεταξύ άλλων δραστηριοτήτων άθλησης σε Ευρωπαϊκό επίπεδο (2).
Το προφίλ των σημερινών ανθρώπων
Από την άλλη μεριά, είναι τεκμηριωμένο ότι οι επιδημίες της παχυσαρκίας, του σακχαρώδη διαβήτη, του μεταβολικού συνδρόμου και άλλων χρόνιων παθήσεων του σύγχρονου τρόπου ζωής έχουν αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια σε Ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο σε όλες τις ηλικιακές κατηγορίες (3). Αν μάλιστα συνειδητοποιήσουμε ότι αυτές οι καταστάσεις της υγείας συσχετίζονται έντονα με τη σωματική αδράνεια (4), είναι κατανοητό ότι ο κλάδος της άσκησης και οι επαγγελματίες του πρόκειται να παίξουν έναν κομβικό ρόλο το προσεχές διάστημα στην πρόληψη και αντιμετώπιση των πιο συχνών κυρίως μεταβολικών παθήσεων που μαστίζουν πλέον τη δημόσια υγεία στον πλανήτη μας και ειδικότερα στον Δυτικό κόσμο (3). Δυστυχώς ο σύγχρονος τρόπος ζωής μας έχει εξαλείψει σημαντικά τη φυσική δραστηριότητα, η οποία θα έπρεπε να αποτελεί θεμελιώδες συστατικό της καθημερινότητας όλων των ανθρώπων, προκειμένου αυτοί να διατηρούν υψηλά επίπεδα σωματικής, πνευματικής και ψυχικής υγείας, απόδοσης και ποιότητας ζωής (4). Μάλιστα η ραγδαία αύξηση των προαναφερόμενων διαταραχών της μεταβολικής υγείας παρέχουν ξεκάθαρη απόδειξη της ανισορροπίας μεταξύ του τρόπου ζωής μας και των σωματικών απαιτήσεων σε συστηματική βάση. Πιο συγκεκριμένα, περισσότεροι από τους μισούς ενήλικες Ευρωπαίους δεν έχουν υγιές βάρος (5), ενώ το 10% αυτών εμφανίζουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (5). Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι η υποκινητικότητα έχει αποτελέσει τον κύριο παράγοντα κινδύνου για ανάπτυξη χρόνιων μη μεταδιδόμενων παθήσεων σε διάφορους πληθυσμούς (6). Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα, περίπου 50% του ενήλικου πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης χαρακτηρίζεται από υψηλά επίπεδα σωματικής αδράνειας (7) και μόνο το 30% πληροί τις Ευρωπαϊκές οδηγίες για 30 λεπτά μέτριας έντασης φυσική δραστηριότητα ημερησίως που συνεπάγεται τουλάχιστον 150 λεπτά συνολικά εβδομαδιαίως (8). Δυστυχώς, εφάμιλλα δεδομένα είναι πλέον πραγματικότητα και σε άλλες γεωγραφικές περιοχές του πλανήτη όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Αυστραλία (9,10), ενώ οι προβλέψεις για τα μελλοντικά επιδημιολογικά στοιχεία είναι άκρως απογοητευτικές (3).
O μελλοντικός ρόλος του επαγγελματία της άσκησης
Διαβάζοντας προσεκτικά κάποιος όλα τα παραπάνω θα μπορούσε κάλλιστα να εκφράσει τις εξής τρεις απορίες: «Είναι σε θέση ένα τόσο μεγάλο ποσοστό πληθυσμού να ασκηθεί με ασφαλή και αποτελεσματικό τρόπο;», «Είναι σε θέση οι γυμναστές να διαχειριστούν τις ανάγκες, τις ιδιαιτερότητες και τις προτεραιότητες αυτών των ανθρώπων σε πραγματικές συνθήκες γυμναστηρίου;», «Είναι σε θέση οι τωρινές επιχειρήσεις γυμναστηρίων να προσφέρουν το πακέτο υπηρεσιών που αρμόζει σε ένα τέτοιο προφίλ καταναλωτή;». Τα παραπάνω τρία ερωτήματα έρχονται σαν βόμβες να διαταράξουν σημαντικά τις πεποιθήσεις μας για τον πραγματικό ρόλο της άσκησης στη ζωή μας, καθώς και για το πως αυτή πρέπει να παρέχεται στη μεγαλύτερη μερίδα ανθρώπων που είτε την επιλέγουν από μόνοι τους είτε πρέπει να την επιλέξουν προκειμένου να βελτιώσουν σημαντικά την υγεία τους, αποφεύγοντας την αύξηση παραγόντων κινδύνου για καρδιομεταβολικές νόσους, οι οποίες μπορούν να επηρεαστούν θετικά από τη συστηματική φυσική δραστηριότητα και άσκηση (11,4). Γνωρίζοντας λοιπόν ότι η άσκηση έχει τη δυνατότητα να παίξει έναν πολύ σημαντικό ρόλο στη μάχη ενάντια των επικρατέστερων χρόνιων νοσημάτων που αναπτύσσονται με ραγδαίο ρυθμό στην εποχή μας (5) και ειδικότερα στις περιπτώσεις της παχυσαρκίας και του διαβήτη (12), είναι σημαντικό να μελετήσουμε ποιες μορφές άσκησης είναι οι επικρατέστερες στις μέρες μας. Διαπιστώνουμε λοιπόν ξεκάθαρα ότι κάτι αλλάζει πλέον στη βιομηχανία της άσκησης συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια. Πιο συγκεκριμένα, ένα μεγάλο ποσοστό των κορυφαίων τάσεων στον κλάδο της άσκησης τόσο σε Ευρωπαϊκό (13) όσο και σε παγκόσμιο (14) επίπεδο αφορούν ειδικούς πληθυσμούς και το ευρύτερο πεδίο της άσκησης για υγεία. Τα τελευταία 15 χρόνια που έχουν μελετηθεί οι τάσεις του fitness από το Αμερικανικό Κολέγιο Αθλητιατρικής (ACSM), δεν έχει παρατηρηθεί ποτέ περίπου το 1/3 των 20 κορυφαίων τάσεων να σχετίζεται με μορφές εκγύμνασης εστιασμένες σε αυτούς του πληθυσμούς. Αυτό είναι ένα ενδιαφέρον εύρημα και μάλιστα παρατηρείται μια έντονη εμφάνιση αυτών των τάσεων σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές του πλανήτη (15).
Τα αντανακλαστικά του κλάδου της άσκησης
Είναι προφανές ότι η παγκόσμια βιομηχανία του fitness βρίσκεται σε ένα καίριας σημασίας σταυροδρόμι προσπαθώντας να δείξει τα αντανακλαστικά της σε μια ταχέως εξελισσόμενη επιδημιολογική εικόνα. Αυτό συμβαίνει διότι προσπαθεί όχι μόνο να αναπτύξει περισσότερο τον κύκλο εργασιών της μέσω καινοτομίας, αλλά κυρίως να υπηρετήσει τον ουσιαστικό της ρόλο που δεν είναι άλλος από το να προσφέρει ασφαλείς, αποτελεσματικές και υψηλής ποιότητας υπηρεσίες άσκησης σε πληθυσμιακές ομάδες που παραδοσιακά για διάφορους λόγους δεν αποτελούσαν συστηματικά ασκούμενο κοινό (16). Αυτό συνεπάγεται μια προσέγγιση ατόμων που εμφανίζουν αυξημένους προδιαθεσικούς παράγοντες για ανάπτυξη χρόνιων νόσων ή ατόμων που πάσχουν από ελεγχόμενες χρόνιες καταστάσεις και έχουν ιατρικώς κριθεί ικανοί να συμμετέχουν σε προσαρμοσμένα προγράμματα άσκησης σύμφωνα με τις επιστημονικές κατευθυντήριες γραμμές. Μάλιστα η διεθνής βιβλιογραφία παρουσιάζει πληθώρα ερευνητικών ευρημάτων για το πως οι πληθυσμοί αυτοί μπορούν να ασκηθούν με επιβλεπόμενα πρωτόκολλα άσκησης χωρίς απαραίτητα αυτό να πρέπει να πραγματοποιηθεί σε κλινικό περιβάλλον (11). Από την άλλη μεριά, το 90% των ιδιοκτητών και διευθυντών γυμναστηρίων στην Ευρώπη πιστεύει ότι τα στελέχη τους τα οποία εργάζονται ως επαγγελματίες της άσκησης με έμφαση την εξατομικευμένη άσκηση (personal training) δεν έχουν τις απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες για ένα τέτοιο έργο (17). Μάλιστα θεωρούν ότι το προσωπικό τους χρειάζεται περισσότερη επιμόρφωση και εξειδίκευση προκειμένου να υπηρετήσει επιτυχώς αυτήν την αποστολή στη βιομηχανία του fitness. (17). Το δεδομένο αυτό φέρνει στο προσκήνιο ένα σημαντικό θέμα υπογραμμίζοντας την αναγκαιότητα ύπαρξης συγκεκριμένων προσόντων που πρέπει να έχουν οι επαγγελματίες της άσκησης που επιθυμούν να εργαστούν στην πρώτη γραμμή μιας νέας πραγματικότητας. Με άλλα λόγια, ο κλάδος της άσκησης βρίσκεται μπροστά σε ένα νέο τοπίο αναγκών, γεμάτο από ελπιδοφόρες και καινοτόμες επαγγελματικές προτάσεις επιθυμώντας να μη χάσει αυτήν την ευκαιρία, αλλά δυστυχώς φαίνεται ότι δεν μπορεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Και αυτό συμβαίνει για δύο βασικούς λόγους που θα αναλυθούν παρακάτω.
Τα 2 βασικά λάθη της βιομηχανίας του fitness
Ο πρώτος είναι ο τρόπος επικοινωνίας που χρησιμοποιεί. Είναι στρατηγικό λάθος μια ολόκληρη βιομηχανία να στηρίζεται επικοινωνιακά στο μήνυμα ότι η άσκηση προάγει κυρίως τη σωματική μεταμόρφωση μέσω σημαντικών αισθητικών βελτιώσεων, οι οποίες μάλιστα πολλές φορές επιτυγχάνονται με ανορθόδοξο και μη τεκμηριωμένο τρόπο. Μάλιστα μια τέτοιου είδους προσέγγιση δεν είναι δυνατό να προσελκύσει τους πληθυσμούς που πρέπει να ασκηθούν για τους λόγους που εκτενώς έχουν αναφερθεί νωρίτερα. Οι πληθυσμοί αυτοί δεν πρόκειται να εμπνευστούν και να παρακινηθούν από παραδείγματα προπόνησης αθλητών ή προχωρημένων ασκούμενων γυμναστηρίου και ο λόγος είναι απλός. Δεν μπορούν να ταυτιστούν με κάτι που δεν τους εκφράζει, δεν τους φέρνει πιο κοντά σε βιώματα και δεν ήταν ποτέ μέσα στα ενδιαφέροντα ή τις προτεραιότητές τους (18). Με απλά λόγια. Η βιομηχανία του fitness προσπαθεί να προσεγγίσει (αν το κάνει) μια σημαντικά μεγάλη μερίδα πληθυσμού για συμμετοχή στην άσκηση με τελείως λάθος στρατηγική. Όσοι ασχολούνται επαγγελματικά με τον κλάδο της άσκησης δεν έχουν ακόμα καταφέρει να συνειδητοποιήσουν σε ποιους πραγματικά απευθύνονται. Όταν το καταφέρουν αυτό, θα αντιληφθούν ότι πρόκειται για ανθρώπους που μπορούν να εκτιμήσουν την υπηρεσία που πραγματικά χρειάζονται, να την προτείνουν στον κοινωνικό τους περίγυρο και να παραμείνουν ενεργοί στη νέα συνήθεια που λέγεται δραστήρια ζωή, η οποία θα αποτελέσει το μονοπάτι για μακροζωία και υψηλότερα επίπεδα ποιότητας ζωής. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η πλειονότητα των επαγγελματιών της άσκησης δεν είναι επαρκώς καταρτισμένοι προκειμένου να επιβλέψουν, να σχεδιάσουν και να εκπονήσουν τεκμηριωμένα προγράμματα άσκησης για αυτούς του πληθυσμούς (19). Δεν είναι εύκολο να απαντηθεί το ερώτημα γιατί συμβαίνει αυτό. Είναι ξεκάθαρα πάντως μια Ευρωπαϊκή και διεθνής πραγματικότητα και όχι ένα τοπικό ή εθνικό φαινόμενο. Μάλιστα, διαφορετικές προσεγγίσεις στην εύρεση αυτής της απάντησης έχουν παρατηρηθεί από χώρα σε χώρα με σημαντικά επικρατέστερη εκείνη που απαιτεί από τους επαγγελματίες της άσκησης που εργάζονται με αυτούς τους πληθυσμούς να κατέχουν ακαδημαϊκά προσόντα με εξειδικευμένη εκπαίδευση σε αυτό το πεδίο (π.χ. πτυχίο ΤΕΦΑΑ με ανάλογη ειδικότητα). Αν αναλογιστούμε πάντως ότι η εξατομικευμένη άσκηση (personal training) αποτελεί την κορυφαία τάση του fitness στην Ευρώπη (13) και ότι σχεδόν τα 3/4 των περιπτώσεων παροχής τέτοιων υπηρεσιών αφορούν την εκγύμναση του ασκούμενου με επίβλεψη προσωπικού γυμναστή (20), είναι απόλυτα σαφές ότι το μοντέλο της προσωπικής επίβλεψης, το οποίο είναι πολύ σημαντικό όταν αναφερόμαστε σε περιπτώσεις πληθυσμών που δεν είναι υγιή άτομα, πρέπει οπωσδήποτε να υποστηριχθεί από διαπιστευτήρια υψηλού επιπέδου από την πλευρά των επαγγελματιών του κλάδου της άσκησης. Προσπαθώντας λοιπόν να εξερευνήσουμε το μέλλον με βάση τα δεδομένα που είναι διαθέσιμα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ίσως να υπάρχει μια έντονη αναγκαιότητα για εξειδικευμένη εκπαίδευση και διά βίου επιμόρφωση των επιστημόνων της άσκησης, αφού είναι προφανές ότι το μέλλον αυτού του κλάδου θα επηρεαστεί σημαντικά από τα νέα επιδημιολογικά δεδομένα (19).
Η γεφύρωση του χάσματος με τους συμμάχους επαγγελματίες υγείας
Λαμβάνοντας υπόψη μας όλα τα παραπάνω, συμπεραίνουμε ότι η βιομηχανία του fitness για να μπορέσει να αλλάξει σελίδα στο μέλλον πρέπει να βρει λύσεις στα δύο παραπάνω προβλήματα, τα οποία όχι μόνο την απομακρύνουν από τον κύριο στόχο της, αλλά ίσως να αποτελούν και τη βασική αιτία του χάσματος που υπάρχει με τους συμμάχους επαγγελματίες υγείας. Γνωρίζοντας ότι η άσκηση αποτελεί ένα από τα αποτελεσματικότερα εργαλεία πρόληψης (11), φαντάζει λογικό και αναγκαίο ο κλάδος της άσκησης να υποστηρίξει την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, η οποία αποτελεί ξεκάθαρα τον βασικότερο πυλώνα σε οποιοδήποτε σύστημα υγείας σε μια οργανωμένη κοινωνία. Αυτό συνεπάγεται ουσιαστική προσέγγιση με τον ιατρικό κλάδο μέσω της δημιουργίας διεπιστημονικής συνεργασίας. Παρ’ όλα αυτά, τα αποδεικτικά στοιχεία που υπάρχουν σχετικά με μια τέτοιου είδους συνεργασία δεν είναι άκρως ενθαρρυντικά, αφού έχει αναφερθεί ότι στις ΗΠΑ μόνο το 40% των ιατρών παραπέμπουν τους ασθενείς τους σε γυμναστήριο και μόνο το 20% σε κάποιον προσωπικό γυμναστή (21) ενώ το 80% των γενικών ιατρών στην Αγγλία δεν είναι εξοικειωμένο με τα συνιστώμενα επίπεδα φυσικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα να μη συζητάει ποτέ τα οφέλη της άσκησης με τους ασθενείς τους (22). Από την άλλη μεριά, υπάρχουν ενδείξεις ότι ο ρόλος του επαγγελματία της άσκησης στη δημόσια υγεία αλλάζει (23) και πως οι επιστήμονες της άσκησης μπορούν να αποτελέσουν απαραίτητα μέλη διεπιστημονικών ομάδων διαχείρισης χρόνιων μη μεταδιδόμενων ασθενειών (24). Είναι επίσης πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι οι πιο ελκυστικές εκπαιδευτικές ειδικότητες καθώς και τα πιο δημοφιλή προγράμματα επιμόρφωσης των Ευρωπαίων επαγγελματιών άσκησης για τα επόμενα χρόνια είναι κυρίως εκείνα που σχετίζονται με την εφαρμογή της άσκησης σε ατομικό επίπεδο (personal training) αλλά και σε ειδικούς πληθυσμούς όπως άτομα με παχυσαρκία, διαβήτη ή άτομα τρίτης ηλικίας (25).
Η νέα γενιά επαγγελματιών της άσκησης που θα στελεχώσουν τους χώρους των γυμναστηρίων που θα προσφέρουν υπηρεσίες εκγύμνασης σε όλους αυτούς τους πληθυσμού, πρέπει απαραιτήτως να εφοδιαστούν όχι μόνο με θεωρητικές γνώσεις βασιζόμενες σε επιστημονικές αποδείξεις, αλλά και με καθοριστικές δεξιότητες που θα τους επιτρέψει να εφαρμόσουν αποτελεσματικές στρατηγικές επικοινωνίας για μακροπρόθεσμη αλλαγή συμπεριφοράς (18). Ας μην ξεχνάμε ότι η επικοινωνία είναι ο αδύναμος κρίκος στη συνεργασία με άτομα που δεν έχουν εμπειρία άσκησης ενώ παράλληλα αντιμετωπίζουν χρόνιες καρδιαγγειακές, πνευμονικές, μεταβολικές ή μυοσκελετικές διαταραχές και πρέπει να ξεκινήσουν ένα πρόγραμμα άσκησης. Για το λόγο αυτό, η ανάγκη για επαγγελματίες της άσκησης που θα μπορούν να παίξουν το ρόλο του προπονητή υγείας και να αποτελέσουν έναν συνδετικό κρίκο μεταξύ της ιατρικής κοινότητας και της επιστήμης της άσκησης προάγοντας την ασφάλεια και την υψηλή ποιότητα παροχών εκγύμνασης σε αυτούς τους πληθυσμούς, φαντάζει πιο έντονη από ποτέ. Πιο συγκεκριμένα, απαιτούνται δεξιότητες που σχετίζονται με την αλλαγή συμπεριφοράς και τη διαχείριση της προσωπικότητας. Αυτό συνεπάγεται σημαντικές αλλαγές και στον τρόπο επικοινωνίας (βλ. προωθητικές ενέργειες και διαφήμιση) των επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες άσκησης και επιδιώκουν να προσελκύσουν αυτό το υποψήφιο καταναλωτικό κοινό. Επιπλέον, είναι σαφές ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς αποτελούν κρίκο της ίδιας αλυσίδας. Από αυτήν την αλυσίδα δε θα μπορούσαν να απουσιάζουν και τα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης (βλ. ΤΕΦΑΑ) με επικαιροποιημένα προγράμματα σπουδών, εστιασμένες ειδικότητες και ανταγωνιστικά προγράμματα διά βίου μάθησης για τους αποφοίτους τους, αφού μέσω αυτών θα υιοθετηθούν όλα τα καινοτόμα στοιχεία που θα εφοδιάσουν κατάλληλα τους επαγγελματίες της άσκησης γεφυρώνοντας το κενό μεταξύ επιστήμης και πρακτικής εφαρμογής (26).
Τροφή για σκέψη
Διεθνώς αναγνωρισμένοι φορείς της ιατρικής κοινότητας και των επιστημών της άσκησης και της αθλητιαρικής έχουν διατυπώσει επίσημα τη θέση τους για το ρόλο και τη σημασία της άσκησης ως συμπληρωματικό μέσο πρόληψης, διαχείρισης και αντιμετώπισης διαφόρων χρόνιων παθήσεων (11,27). Μάλιστα πρόσφατα στην Ελλάδα δημοσιεύθηκαν από το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας οι μεταφρασμένες διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες της θεραπευτικής άσκησης ως συμπληρωματική θεραπεία σε μια μεγάλη λίστα χρόνιων παθήσεων, χωρίς όμως ακόμη να έχει επίσημα διευκρινιστεί ποια είναι τα διαπιστευμένα προσόντα που απαιτούνται από τους επαγγελματίες που θα αναλάβουν το έργο επίβλεψης και εφαρμογής τους σε πραγματικές συνθήκες. Επιπλέον, το Εθνικό Κέντρο «Η Άσκηση είναι Φάρμακο» υπό την αιγίδα του ACSM είναι γεγονός, προσπαθώντας να φέρει πιο κοντά τις επιστήμες της άσκησης και της ιατρικής, ενώ παράλληλα να ευαισθητοποιήσει περισσότερο το κοινό για τον δυναμικό ρόλο της άσκησης στις χρόνιες νόσους. Οι κινήσεις αυτές όμως αποτελούν μια ελπιδοφόρα εξέλιξη για το πως μπορούν να συνεργαστούν διαφορετικές επιστήμες και επαγγελματικοί κλάδοι προς όφελος της δημόσιας υγείας με επίκεντρο τη σωματική άσκηση. Συμπερασματικά, το μέλλον της βιομηχανίας του fitness δείχνει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη νέα επιδημιολογική εικόνα του πλανήτη που παρουσιάζει συστηματική αύξηση των ανθρώπων που δεν είναι σωματικά δραστήριοι (28) και πάσχουν από διάφορες χρόνιες παθήσεις συσχετιζόμενες με τον σύγχρονο τρόπο ζωής (4). Επομένως, αν οι επιστήμονες της άσκησης (πτυχιούχοι ΤΕΦΑΑ) σε συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς της βιομηχανίας του fitness επιθυμούν να σηματοδοτήσουν μια νέα πορεία προκειμένου να προσαρμοστούν σε μια νέα πραγματικότητα που έντονα πλέον ξεπροβάλλει, πρέπει να εργαστούν συντονισμένα και σε κλίμα συνεργασίας με άλλους συμμάχους επιστήμονες, ώστε να επιτευχθεί ένα αποτέλεσμα που θα επιτρέψει την εκπλήρωση της πραγματικής αποστολής τους.
Διαβάστε περισσότερα εδώ.